Υπάρχει συσχέτιση της παχυσαρκίας με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου;
Η παχυσαρκία ορίζεται ως μια κλινική κατάσταση που οφείλεται στην υπερβολική αύξηση του σωματικού λίπους. Προσδιορίζεται από τον δείκτη μάζας – σώματος (ΔΜΣ ή BMI-body mass index) και την αναλογία περιμέτρου μέσης – γοφού. Η επικινδυνότητα της παχυσαρκίας έγκειται στο γεγονός ότι, όταν το λίπος του σώματός μας αυξάνεται πέραν του φυσιολογικού, αποθηκεύεται σε διάφορα όργανα, όπως για παράδειγμα το συκώτι, οι μύες, η καρδιά. Η υπερβολική αύξηση του σωματικού βάρους (και λίπους), είτε κάποιος χαρακτηρίζεται ως υπέρβαρος είτε ως παχύσαρκος (βάσει του ΔΜΣ), ενέχει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων ασθενειών, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ, η αρτηριακή υπέρταση, η αυξημένη χοληστερόλη, το μεταβολικό σύνδρομο, οι καρδιοπάθειες, τα εγκεφαλικά επεισόδια, και βέβαια ορισμένες μορφές καρκίνου.
Μεγάλες και έγκυρες επιστημονικές μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα υψηλότερα ποσοστά σωματικού λίπους συνδέονται, επίσης, με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου. ‘Ετσι, για παράδειγμα το αδενοκαρκίνωμα του οισοφάγου είναι έως 4,8 φορές πιθανότερο να αναπτυχθεί σε άτομα με σοβαρή παχυσαρκία, ο καρκίνος του στομάχου και ο καρκίνος του ήπατος είναι 2 φορές πιο συχνός σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα, ενώ ο καρκίνος του παγκρέατος είναι 1,5 φορές πιθανότερο να εμφανιστεί στα άτομα αυτά.
Πώς μπορεί η παχυσαρκία να αυξήσει τον κίνδυνο καρκίνου;
Έχουν προταθεί διάφοροι πιθανοί μηχανισμοί για την συσχέτιση της παχυσαρκίας με την αύξηση του κινδύνου εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου. Μερικοί από αυτούς είναι οι ακόλουθοι:
- Ο λιπώδης ιστός παράγει υπερβολικές ποσότητες οιστρογόνων, τα υψηλά επίπεδα των οποίων έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, του ενδομητρίου, των ωοθηκών και ορισμένων άλλων καρκίνων.
- Τα άτομα με παχυσαρκία έχουν συχνά αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης και ινσουλινόμορφου αυξητικού παράγοντα-1 (IGF-1) στο αίμα, τα οποία μπορεί να προάγουν την ανάπτυξη καρκίνου του παχέος εντέρου, των νεφρών, του προστάτη και του ενδομητρίου.
- Τα άτομα με παχυσαρκία εμφανίζουν συχνά παθήσεις, όπως χολολιθίαση (πέτρες στη χοληδόχο κύστη) ή μη αλκοολική λιπώδη ηπατική νόσο. Αυτές οι καταστάσεις μπορεί να προκαλέσουν οξειδωτικό στρες, το οποίο με τη σειρά του οδηγεί σε βλάβη του DNA και αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου της χοληδόχου και άλλων καρκίνων.
- Τα λιποκύτταρα παράγουν ορμόνες που ονομάζονται αδιποκίνες και μπορούν να διεγείρουν ή να αναστείλλουν την κυτταρική ανάπτυξη. Μια από αυτές είναι η λεπτίνη, τα επίπεδα της οποίας αυξάνονται με την αύξηση του σωματικού λίπους, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ανώμαλο κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Αντιθέτως, μια άλλη αδιποκίνη, η αδιπονεκτίνη, που προστατεύει από την ανάπτυξη όγκων, είναι χαμηλότερη σε άτομα με παχυσαρκία από ό,τι σε άτομα με υγιές σωματικό βάρος.
Η απώλεια βάρους μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου;
Υπάρχουν πράγματι μελέτες οι οποίες διαπίστωσαν μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου σε παχύσαρκα άτομα μετά την απώλεια βάρους.
Οι περισσότερες από τις μελέτες αυτές διενεργήθηκαν σε άτομα που έχουν υποβληθεί σε βαριατρική χειρουργική επέμβαση (χειρουργική επέμβαση που πραγματοποιείται στο στομάχι για την επίτευξη απώλειας βάρους). Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η απώλεια βάρους σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης ορμονοεξαρτώμενου καρκίνου, όπως ο καρκίνος του μαστού, του ενδομητρίου και του προστάτη, και καρκίνου που σχετίζεται με την παχυσαρκία, όπως ο μετεμμηνοπαυσιακός καρκίνος του μαστού, ο καρκίνος του ενδομητρίου και ο καρκίνος του παχέος εντέρου.
Πώς επηρεάζει η παχυσαρκία τους ασθενείς με καρκίνο;
Τα περισσότερα στοιχεία σχετικά με την παχυσαρκία στους ασθενείς με καρκίνο προέρχονται από άτομα που διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού, του προστάτη ή του παχέος εντέρου. Οι έρευνες δείχνουν ότι η παχυσαρκία μπορεί να επιδεινώσει διάφορους δείκτες, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας ζωής, της πιθανότητας υποτροπής του καρκίνου, της εξέλιξης του καρκίνου, της πρόγνωσης (επιβίωσης) και του κινδύνου εμφάνισης ορισμένων δεύτερων πρωτοπαθών καρκίνων (καρκίνων που αναπτύσσονται ταυτόχρονα σε άλλα όργανα)
Είναι η απώλεια βάρους μετά τη διάγνωση του καρκίνου ωφέλιμη για τα υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα;
Οι περισσότερες σχετικές μελέτες έχουν επικεντρωθεί σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού. Τα αποτελέσματα μέχρι σήμερα έδειξαν ότι η απώλεια βάρους είχε θετική επίδραση σε αρκετούς προγνωστικούς δείκτες, όμως υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία σχετικά με το αν η απώλεια βάρους μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής ή θανάτου.
Είναι προφανές ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα ώστε να καταλήξει η επιστημονική κοινότητα σε ασφαλή συμπεράσματα. Το βέβαιο είναι ότι το ιδανικό σωματικό βάρος, όπως και η άσκηση, βελτιώνει τη λειτουργική κατάσταση των ασθενών, επομένως και την ικανότητά τους να ανταπεξέλθουν στη θεραπεία που απαιτείται αλλά και την πρόγνωση.